Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

Μικρό παράξενο

    Στο παζάρι, κάτω από την πύλη της εισόδου ένα παχουλό παιδί πουλούσε σφουγγάρια. Το ρώτησα πόσο έχουν και όταν απάντησε "ενάμιση ευρώ το πακέτο"  η φωνή του ακούστηκε εξωγήινη, κάπως πολλαπλή, λες και είχε ένα περίεργο μηχανισμό.
  Βρισκόμουν ακόμα σε ονειρική κατάσταση, επηρεασμένη από έναν εφιάλτη* που είχα δει πριν από λίγο; Ή μήπως είχε κάποιο πρόβλημα στο λαιμό; Το ρώτησα κι άλλα πράγματα για να ξανακούσω τη φωνή του και το κοίταζα διακριτικά προσπαθώντας να καταλάβω τι συμβαίνει. Φαινόταν μια χαρά και ξέγνοιαστο. Τελικά το ρώτησα:
"Γιατί ακούγεται έτσι η φωνή σου;" κι αυτό απάντησε
"Α, έχει ηχώ εδώ" και όντως ήταν η πύλη που έκανε τη φωνή του να ακούγεται έτσι, σε εκείνη τη θέση, και μετά γελάσαμε κι οι δύο και το δικό του γέλιο ήταν εξωγήινο και αντηχούσε ακόμα τόσο παράξενα.

___________________________
*εφιάλτης: ήμουν λέει στο σπίτι που είχα μόλις νοικιάσει, και φοβόμουν λίγο που ήμουν μόνη μου εκεί. Σκοτεινή γειτονιά και πάντα είχα φόβο μη βγω και ξεχάσω τα κλειδιά, μην μπει κανείς μέσα. Κάποια στιγμή βγήκα για λίγο και άφησα ανοιχτή την πόρτα, να πεταχτώ κάπου πολύ κοντά. Μετά από λίγο σκέφτηκα να γυρίσω μη τυχόν μπει κανείς στο σπίτι, και γυρνώντας μου φάνηκε πως είδα μια σκιά μέσα καθώς περνούσα έξω από το παράθυρο αλλά ίσως ήταν ιδέα μου.
    Στάθηκα να κοιτάξω καλού κακού και κοιτάζοντας απότομα βλέπω όντως ένα άτομο μέσα στο σπίτι! Το τελευταίο άτομο που περίμενα να δω. Τον εαυτό μου. Τον ίδιο μου τον εαυτό, λίγο αλλαγμένο με διαφορετικά μαλλιά και προσωπικότητα, τρομαγμένο όσο και εγώ, να φωνάζει και να φωνάζω, ο εαυτός μου με τρόμο και εγώ με θυμό. Αναγνώριζα τις εκφράσεις ήταν δικές μου, ήξερα πως νιώθει. Με ενοχλούσε αυτό. Αυτός ο φόβος στα μάτια του εαυτού μου, με θύμωσε τόσο που έτρεξα να τον πιάσω κρατώντας ένα τασάκι.

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2012

Αληθινός πλούτος

tabooinos, "Δυτικά του ήλιου και Ανατολικά του φεγγαριού", ακουαρέλα

 Ό,τι κι αν συμβαίνει, όσα και αν αλλάζουν προς τα πάνω ή προς τα κάτω, είναι εκεί. Η μουσική αρκεί. Μπορείς πάντα να κατοικήσεις σε μια υπέροχη συγχορδία μεθ' εβδόμης όπως και να είναι ο καιρός. Ματζόρε ή Μινόρε. Να βρεις θαλπωρή σε μια κιθάρα. Μπορείς πάντα να πιεις τις υγρές νότες του πιάνου. Ακόμα και η ανάμνησή τους ξεδιψάει. Ο αληθινός πλούτος.

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

Το εμείς είναι το νέο εγώ



  Ένα μικρό παιδάκι ντυμένο στα μαύρα που μιλάει με σοβαρότητα υπουργού και μια μαργαρίτα το χειμώνα δεν είναι τόσο ευχάριστα νέα, είναι μια ανισορροπία κι όποιος πιστεύει ότι έχει καταλάβει τι συμβαίνει καλύτερα να κάνει μια στροφή και να ξανάρθει με ερωτηματικά. Ας αφήσουμε τις θεωρίες και ας ξεκινήσουμε από την αποδοχή της άγνοιας σαν βασικό χαρακτηριστικό μας. Ας κρατήσουμε τουλάχιστο τα χέρια μας ενωμένα αντί να κρατάμε τα αυτιά μας κλειστά και τα μάτια μας σφαλισμένα.
   Λυπάμαι που τα φύλα εκφυλίζονται και οι χορδές ξεκουρδίζονται. Που οι μικρές γωνιές γεμίζουν από αδέξιους κώλους. Ξέρω τι να γίνω στην επόμενη ζωή μου, μια πόα. Αλλά μέχρι τότε πρέπει να ζήσω εδώ και να θυμηθώ τους στίχους εκείνου του μαγικού τραγουδιού.  Να θυμηθώ το ξόρκι που κανείς ποτέ δεν μου έμαθε και που χωρίζει τη ζωή σε πριν και μετά, να θυμηθώ το χρώμα των ματιών σου.
   Εδώ, καλούμαστε να θυμηθούμε όχι να μάθουμε.
Καλούμαστε να ξεμάθουμε όσα με κούραση μας μαθαίνουν και να θυμηθούμε, απλά να θυμηθούμε με ηρεμία αυτά που ήδη ξέραμε όταν πρωτοήρθαμε. Καλούμαστε να γίνουμε ένα εμείς και όχι πολλά χαμένα εγώ. Καλούμαστε να παίξουμε και όχι να συμμορφωθούμε. Είναι ειρωνεία. Μοιάζει με παράξενο σενάριο όπως οι περισσότερες αλήθειες αυτής της πραγματικότητας. Όπως το ότι να μεγαλώνεις είναι ωραίο και όχι άσχημο όπως όλοι έλεγαν. Μαθαίνεις να μετριάζεις τα δράματα και να λες απλώς κρίμα. Να ξεδιαλέγεις όσα χρειάζεσαι και να πετάς φόβους, ανασφάλειες, αντικείμενα, λόγια, αναλύσεις, αναμνήσεις και ιδέες που ξέρεις ότι δεν ωφελούν. Αναδιπλώνεσαι. Πετάς το παλιό σου δέρμα. Μαθαίνεις να αφαιρείς και αυτό σε κάνει όλο και πιο ανάλαφρο.
  Κι όλα αυτά είναι τόσο απλά και όμορφα και συμβαίνουν υπέροχα μόνα τους, αν καταφέρεις και αποφύγεις να διαπράξεις το πιο αποτρόπαιο και ταυτόχρονα καθημερινό έγκλημα αυτού του κόσμου. Τη θυσία. Τη θυσία του παιδικού σου εαυτού. Οι περισσότεροι άνθρωποι το κάνουν ξαφνικά μια μέρα. Το βλέπεις. Το νιώθεις στο βλέμμα ενός παλιού συμμαθητή. Είναι θολό και λείπει η ζωντάνια και η λαμπερότητα. Κι αυτός είναι ένας λόγος που δεν μου αρέσει το κάπνισμα. Γιατί θυμάμαι πολλά παιδιά που ήξερα, να προσπαθούν βίαια να μεγαλώσουν βήχοντας καπνό που κανονικά μισούσαν. Πάλι ειρωνία αν σκεφτείς πόσο μοιάζει με νοσταλγία του θηλασμού.

Παλιότερα ποστς

Ελαφρώς πικρή και πιπεράτη

  Είμαι πάλι εδώ, στον προσωπικό μου ναό, την μικρή σοκολατερί. Ή μέρα σκοτεινή, όπως πρέπει κι ας μύρισαν οι πρώτοι λεμονανθοί. Ή σοκο...