Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2012

Συνάντηση

 Και εκεί στη μέση του δάσους, ξαπλωμένη ανάσκελα, πάνω σε πλατανόφυλλα και κυπαρισσόμηλα, με νου ξάστερο, ελεύθερο να αυτοσχεδιάζει χαλαρά  πάνω τις αρμονίες του ποταμού, όπως η τρομπέτα του Chet Baker, άνοιξα τα μάτια μου από ένα θόρυβο κίνησης.
   Βήματα σε ξερά φύλλα... δεν ήμουν μόνη. Γύρισα να δω. Ένα ζευγάρι από χελώνες είχαν μια μικρή διαφωνία. Η μία έφυγε όταν με είδε. Η άλλη όμως στάθηκε για λίγο και ύστερα έκανε μικρά αποφασιστικά βήματα με τα τετράγωνα πόδια της προς το μέρος μου, προκαλώντας μου μικρή ταραχή. Έφτασε αρκετά κοντά μου, και στάθηκε εκεί, σε απόσταση ενός μέτρου και λιγότερο. Τα μάτια μας συναντήθηκαν, βρεθήκαμε πρόσωπο με πρόσωπο, ον με ον.
   Κεφάλι φιδιού, μάτια εξωγήινα κοίταζαν με έναν παράξενο τρόπο τα δικά μου μάτια. Ένα απέριττο μαύρο βλέμμα. Η μουσική στο κεφάλι μου σταμάτησε. Ένα γιατί υψώθηκε μεταξύ μας. Γιατί τόσο κοντά; Πώς μπορώ να φανώ χρήσιμη; Να κεράσω κάτι; Πεινάς; Είσαι και εσύ κενή από συναισθήματα τώρα;  Τι θες να μου πεις; Πώς θα επικοινωνήσουμε; Μετά από λίγο όμως έκοψα τις ανθρώπινες ερωτήσεις. Μείναμε εκεί για ώρα στη σιωπή ανταλλάσσοντας βλέμμα και εαυτό. Κάποια νιοστή στιγμή ήρθαν άλλοι άνθρωποι και αυτή αποσύρθηκε πριν φτάσουν, πριν προλάβω να τους τη συστήσω, γύρισε την πλάτη της και σιγούλια σιγούλια χάθηκε πίσω από θάμνους.
  "Ήταν μια χελώνα εδώ!" έσπευσα να πω στους άλλους, αλλά η φράση έμεινε στον αέρα και χάθηκε μα δεν προσπάθησα. Και όταν τελικά άφησα πίσω μου το μέρος  εκείνο, έφυγα με περισσότερη συνείδηση και υπομονή στις κινήσεις και τις πράξεις. Το καλοκαίρι κύλησε χωρίς αυτή την κεκτημένη ταχύτητα, τη μανία να διεκπεραιώνεις το καθετί και να φεύγει από μια λίστα υποχρεώσεων σαν ξένος. Το τέμπο άλλαξε.


Παλιότερα ποστς

Ελαφρώς πικρή και πιπεράτη

  Είμαι πάλι εδώ, στον προσωπικό μου ναό, την μικρή σοκολατερί. Ή μέρα σκοτεινή, όπως πρέπει κι ας μύρισαν οι πρώτοι λεμονανθοί. Ή σοκο...