Μαζεύω τους καρπούς της αγάπης μου
Και είναι η γεύση τους τόσο γλυκιά
Μα Ίσως και η πικριά που μετατρέπεται κι αυτή σε αγάπη
Να είναι τόσο όσο χρειάζεται
Για να μοιάζει με σοκολάτα
Μαζεύω τους καρπούς της αγάπης μου
Και είναι η γεύση τους τόσο γλυκιά
Μα Ίσως και η πικριά που μετατρέπεται κι αυτή σε αγάπη
Να είναι τόσο όσο χρειάζεται
Για να μοιάζει με σοκολάτα
Ο Δρ Γουιμπάμπα ανατάραξε και πάλι τα νερά της κοινής γνώμης, προκαλώντας σάλο και αντιδράσεις, όταν στο 98ο Διεθνές Συνέδριο Πολεμολογίας έκλεισε το λόγο του κάνοντας αναφορά στο γνωστό απόφθεγμα του Αϊνστάιν "Δεν γνωρίζω με τι είδους όπλα θα γίνει ο τρίτος παγκόσμιος, αλλά ο τέταρτος παγκόσμιος θα γίνει με πέτρες και ξύλα" αναδιατυπώνοντάς το ως εξής: "Δεν γνωρίζω με τι είδους όπλα θα γίνει ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος αλλά μάλλον θα γίνει μεταξύ οπαδών αντίπαλων ποδοσφαιρικών ομάδων. ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΑΚΡΙΑ". Το καυστικό σχόλιό του αφορούσε προφανώς τους ακραίους εορτασμούς μετά από γνωστό μεγάλο παγκόσμιο τελικό ποδοσφαίρου, ενώ συμπλήρωσε: "Με στεναχωρεί να βλέπω μια ολόκληρη γενιά να γιορτάζει με τέτοιο μαζικό πάθος και να βιώνει τόσο σοβαρά κάτι τόσο ευτελές και ανούσιο αντί να διοχετεύσει όλη αυτή την ενέργεια για να απομακρύνει τουλάχιστο ένα από τα μαχαίρια που η κυβέρνηση καρφώνει καθημερινά στη συλλογική πλάτη μας. Ζούμε το σάπισμα των ιδεών, το γνώριμο πάττερν της μεγάλης πολιτισμικής και πνευματικής παρακμής που σύμφωνα με τις επαναλήψεις της ανθρώπινης ιστορίας προηγείται μεγάλων πολέμων και σκοτεινών, φασιστικών μεσσαιώνων". Ακολούθησε βίαια απομάκρυνση του Δρ Γουιμπάμπα από το χώρο συνεδριάσεων ενώ το κοινό φωνασκούσε "Αντιφίλαθλος!"
Περισσότερα από τον καθένα, οι ίδιοι οι Έλληνες πιστεύουν ότι η Ελλάδα χαραμίζεται στους Έλληνες, μα οποιος αλλος κι αν έρθει να μεινει εδω Έλληνας δεν θα γίνει;
Είναι ιδέα μου;
Όχι, το ξέρω αυτό το μπολερό
Ήρεμα και απλά παρελαύνουν
Δεν φέρουν σημαίες ούτε όπλα
Μόνο μια γιγάντια ευωδιά που προτρέχει
Το απαλό περπάτημα των ανθών της νεραντζιάς
Το φως του ήλιου σαλπιγγίζει στα κουρασμένα μάτια μας
Ναι, ακούγονται όλο και πιο δυνατά
Πλησιάζουν
Νεράντζια με φύλλα και λευκά πέταλα στο σχήμα της ημισέληνου
Καραβάνια από κάμπιες
Μικρά εντομάκια και πουλιά
Χιλιάδες αποφασισμένα μικρά πρόσωπα
Κουβαλούν στα φτερά τους άρμα χρυσό με μέλι στολισμένο
Μια μορφή αχνοφαίνεται με ένα λευκό φουστάνι
Ακτινοβολούσα και απαστράπτουσα
Βασίλισσα όλων μας
Όλοι υποκλινονται στο πέρασμά της
Ναι σ’ αυτήν υποκλίνομαι
Σε κανέναν άλλο.
Καθώς πλησιάζει
Προλαβαίνω να δω λίγο το πρόσωπό της
Στέμμα από μπουμπούκια παπαρούνας και μαλλιά μαργαρίτες
Βελούδινα ροδοπέταλα για χείλη
Αέρινο δέρμα και δυό μικροί ήλιοι με χρυσές βλεφαρίδες γυρνούν και με κοιτούν
Σαν να μου έγνεψε με το κρινένιο χέρι της
Σκιρτάω έμφραγμα ευγνωμοσύνης
Η κοιλιά μου γέμισε με το άρωμά της
Κι όλη η ύπαρξη μου
Κι όλων η ύπαρξη.
Ήρθε.
Πώς θα ήταν η μουσική αν ήταν κάτι χειροπιαστό; Ένα αντικείμενο; Αν ο ήχος είχε υπόσταση; Τι υλικό θα ήταν ο ήχος ενός βιολιού; Τι ύφασμα θα υψωνόταν και θα άνοιγε σαν κόμπρα πάνω από το πρώτο βιολί μιας συμφωνικής ορχήστρας που θα έπαιζε τη Σεχραζάντ του Rimsky-Korsakov; Τι ζώο θα ήταν το φαγκότο στο δεύτερο μέρος; Ένας κάστορας ή ένα νωχελικό αρκούδι; Κι όλη η ορχήστρα μαζί; Γραμμές ενός τραίνου; ή μήπως ένα υγρό, ένα δυνατό ουίσκυ μελάτο; Θα έκαιγε τον ουρανίσκο, θα σκούνταγε την καρδιά περνώντας.
Είναι ιδανικό να ιδρώνουμε τουλάχιστον μία φορά την ημέρα.
Να σπάμε ενα πρέπει τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα.
Να μένουμε απόλυτα μα απόλυτα μόνοι μια φορά το μήνα.
Να αποδομουμε την εικόνα μας και να ξαναφτιάξουμε κάτι νέο μία φορά τον χρόνο.
Εκείνα που μέσα σου κράτησες που βάραιναν αλλά τα άφησες να επιπλέουν σαν φρεγάτες ξεχασμένες μέσα στη λίμνη της ψυχής σου μες στις μέρες δεν έχουν που να πάνε αν σε ενδιαφέρει δεν εξατμίζονται δεν πάνε σ'αλλα μέρη μένουν εκεί χωρίς αέρα και σαπίζουν γίνονται πέτρες, πιάνουν βρύα και μυρίζουν
Όσα το ξέρεις πως κρυφά σε τυραννούν κι ας είν' μικρά μα την καρδιά σου την τσιμπούν δεν παραιτούνται μαγικά απ τη ζωή σου
θα είναι εκεί και θα φωνάζουνε θυμήσου
μπορεί να αρκεί να πεις “αυτό δεν θα με αγγίξει”
μπορεί να μην αρκεί, να πρέπει να το θίξεις
μα αν δεν τα λύσεις όλα αυτά που σε στοιχειώνουν
ανθίζουν, παίρνουνε ζωή και σε δαγκώνουν
Ακόμα και από τις σοκολάτες και τον κλασικισμό
Κι ας σου αρέσουν τόσο
Ελίσσου και βρες νέα σχήματα
Νέες αγάπες όρίστε σε αφήνω να κοιτάξεις όπου θες
Να αγαπήσεις ότι θες
Άντε λοιπόν μυαλό μου
Βγες από τις λάσπες σου
Τράβα το πόδι σου απο τα σιρόπια της καθημερινότητας
Τραβήξου από τα λιωμένα τυριά της συνήθειας
Ξεφορτώσου την εικόνα σου
Σπάσ' την και ξαναφτιάξ' την ξανά και ξανά
Ξανά με τα δικά σου κριτήρια και κανενός άλλου
Η ευχή μου είναι αυτή
Μαζί με ηρεμία βαθιά
Ηρεμία γενική
Από όλους και από όλα
Από ανασφάλειες
Φόβους παντός ττύπου
Αν κοιτάξεις πίσω ή κάτω θα τρομάξεις με τις αποστάσεις
Έτη φωτός
Και όμως ήταν έτη φωτός κυριολεκτικά
Φωτεινά έτη που πέρασαν πότε έυκολα πότε δύσκολα αλλά το φως ήταν εκεί
Ας πιούμε στο φως
Σε εκείνες τις λαμπερές στιγμές που χαμογελάς γιατί ξέρεις ότι η υπαρξή σου είναι σε αρμονία με το γίγνεσθαι
Ή εκείνες που ένα όνειρό ζωής πραματοποιείται και το τικάρεις από την υπαρξιακή λίστα σου
Να τέτοια θέλω
Είμαι πάλι εδώ, στον προσωπικό μου ναό, την μικρή σοκολατερί. Ή μέρα σκοτεινή, όπως πρέπει κι ας μύρισαν οι πρώτοι λεμονανθοί. Ή σοκο...