Πέμπτη 15 Μαΐου 2014

Μικρές Νυχτερινές Ιστορίες: Η Ασπιρίνη σε λάθος πάτωμα


   Το να νιώθεις ένα χώρο "σπίτι σου" σημαίνει πρώτα απ' όλα να έχεις εξοικειωθεί με τους θορύβους του. Δεν έχω καμιά αμφιβολία γι' αυτό πλέον. Το καταλαβαίνεις όταν βρίσκεσαι σε ένα νέο σπίτι, όπου χρειάζεσαι κάποιο χρόνο για να συνηθίσεις τους ήχους που ακούγονται και να έχεις βρει και μια λογική εξήγηση για τον κάθένα  και όλα να είναι σε τάξη ώστε να μπορέσεις επιτέλους να πέσεις για ύπνο. Π.χ. κάθε βράδυ στις δύο, ακουγόταν ένας θόρυβος που στην αρχή έμοιαζε με μπουμπουνητό αλλά τελικά σκέφτηκα λογικά ότι πρέπει να είναι το σκουπιδιάρικο, επιβεβαίωσα και έτσι δεν το παρατηρησα πια ή απλά ξέρω πλέον ότι όταν περνάει, έχει πάει δύο η ώρα.
    Η αϋπνία προκύπτει ακριβώς από την εμμονή κάποιων ανθρώπων με αυτήν την κατάσταση του να είναι όλα σε τάξη για να κοιμηθούν. Η αϋπνία είναι μια εγωκεντρική κατάσταση, κατά την οποία θέλεις όλα τα πράγματα γύρω σου να ενστερνιστούν την ανάγκη σου για ύπνο:  το μαξιλάρι να είναι στην τέλεια θέση, να βρεις την ιδανική στάση και μετά άλλες δυο τρεις, οι ήχοι του κόσμου να σωπάσουν, οι άνθρωποι, τα ζώα, τα πουλιά, το ψυγείο, το πρωινό φώς, το σεντόνι να καλύπτει επαρκώς όλο το σώμα, η θερμοκρασία να είναι κατάλληλη, να συνυπάρξουν όλες αυτές οι μαγικές συνθήκες ώστε να γεννηθεί αυτό το μικρό θαύμα! Ο ύπνος.
    Ήταν όμως ένας ήχος σε αυτό το σπίτι, για τον οποίο εδώ και μήνες δεν είχα βρει λογική εξήγηση. Την πρώτη φορά που τον άκουσα, στις τρεισήμισι το πρωί, ένα μακρόσυρτο ρίγος σαν ωστικό κύμα διαπέρασε όλα μου τα όργανα. Αμέσως ξεκίνησαν οι γνωστές διαδικασίες αναζήτησης του ήχου στο μυαλό μου, και συγκεκριμένα το google images του μυαλού μου, μου εμφάνιζε μια σειρά από εικόνες κάθε φορά που επαναλαμβανόταν. Οι πιο δυνατές από αυτές ήταν:
1) ένας γιγάντιος αρουραίος με δόντια σαν μαχαίρια και κόκκινα μάτια, ροκανάει τον διπλανό τοίχο ετοιμάζοντας ένα καταφύγιο για τους φίλους του
2) μια μεταλλαγμένη νυχτερίδα- εκδικητής των ανθρώπων φτιάχνει τη φωλιά της στο μπαλκόνι
3) ο γείτονας του διπλανού διαμερίσματος, ένας τύπος που πιθανότατα να δουλεύει σε τράπεζα γύρω στα 30, τώρα ντυμένος με δερμάτινα, γρατζουνάει μαζοχιστικά έναν πίνακα.
4) τα φαντάσματα των πρώτων ενοίκων της πολυκατοικίας έχουν εγκλωβιστεί στις μεσοτοιχίες και τις γδέρνουν με τα μακρουλά νύχια τους για να απελευθερωθούν.
    Δεν βρέθηκαν αποτελέσματα. Ήταν κάτι πολύ μεγάλο για να είναι ποντίκι, πολύ άτακτο για σαράκι, πολύ παράξενο για άνθρωπος. Δεν μπορούσα να κατατάξω κάπου το θόρυβο αυτό, ούτε καν να καταλάβω από ποιο σημείο ερχόταν: από πάνω; από δίπλα; από έξω; ήταν τόσο δυνατός που διαχεόταν σε όλο το δωμάτιο, αλλά και σύντομος, απότομος ώστε να μην προλαβαίνω να τον εντοπίσω. Θρυμμάτιζε την ησυχία με μεγάλο θράσος και πάλι χανόταν. Ναι ήταν ένας θρασύς, ανένταχτος, αναρχικός θόρυβος και στο σκοτάδι, που η ησυχία μοιάζει να διπλασιάζεται, έμοιαζε σχεδόν αυθάδης. Από ένα σημείο και έπειτα, που οι εικονοπλασίες είχαν φτάσει στο ζενίθ - όπως και η αϋπνία - προχώρησα άθελά μου στο επόμενο στάδιο που ήταν η οπτικοποίηση. Κάθε "χσσσ κρρρρ κσ κσ κσσσσ" ανακατεμμένο με γδούπους, δημιουργούσε φωτεινές γραμμές μέσα στο σκοτάδι μου. Μεγάλα, τρεμουλιαστά, φωτεινά ζιγκ ζαγκ σε 3D projection μπροστά στα βλέφαρά μου. Πολύ ενδιαφέρον εφφέ, ωραία ιδέα, πρέπει όμως να κοιμηθώ. 
    Η περίπτωση να σηκωθώ για να εξιχνιάσω τον βρωμοθόρυβο είχε αποκλειστεί από την πρώτη στιγμή κυρίως για να μη χάσω κι άλλο τον (χαμένο) ύπνο μου και μάλλον πολύ περισσότερο γιατί αυτός ο κρύος ιδρώτας που παρέλυε τα γόνατά μου προερχόταν από το φόβο ότι μπορεί μια στις χίλιες να δικαιωνόταν η εικόνα 4, αυτή με τα φαντάσματα των πρώτων ενοίκων. Αργά το πρωί κατέληξα ότι είναι μία μάνα πτεροδάκτυλος που ψάχνει τα αυγά της και νομίζει ότι τα έχουμε εμείς γι αυτό και ξύνει με τα νυχοπόδαρά της το μπαλκόνι μπας και της ανοίξουμε. Τα μάτια μου έκλεισαν χωρίς προειδοποίηση και έτσι ακολούθησε μια μακρά περίοδος ανήσυχων βραδιών, αϋπνίας, έντασης καθώς και πολλών συνειδητοποιήσεων σχετικά με την προΰπνια φάση. Όπως η παρακάτω:
   ΧΕΛΟΟΥ!! ΧΕΛΟΟΥ!;;;Καλά είμαστε σοβαροί;Τόσα χρόνια άνθρωποι και κανένας δεν έχει παρατηρήσει το ρεύμα εικόνων ; Από που ερχεται; Δηλαδή οι άνθρωποι έχουν βγάλει ολόκληρους νόμους της φυσικής για ένα μήλο που πέφτει αλλά γι αυτό; Αυτή την ταχύτατη ροή τυχαίων εικόνων, όταν κλείνουμε τα βλέφαρά μας χωρίς να κοιμόμαστε. Νομίζω όλοι έχουμε πρόσβαση σε αυτό το φαρδύ ποτάμι αν απλά κλείσουμε τα μάτια μας. Και τώρα ακόμα. Κλείσε τα μάτια σου. Ναι εσύ! Δε βλέπεις εικόνες; Εγώ τα κλείνω για πέντε δευτερόλεπτα και έχω ήδη δει: ένα καρτούν ιπποπόταμο, κύκνους, κολώνες ενός σπιτιού, μια κυρία στο λεωφορείο, ζωγραφιά από δύο άλογα που σέρνουν ένα κάρο, ένα πλυντήριο. Ακούω επίσης και ένα ηχητικό ποτάμι από αποτυπώματα ήχων, όχι αληθινούς ήχους αλλά ανανμήσεις ήχων όπως: ένα γέλιο, γυαλιά που σπάνε, νερά που τρέχουν, κάποιες μελωδίες, τη φωνή του μπαμπά μου κτλ. 
    Ένα βράδυ που τα μάτια μου άνοιξαν για ακόμα μια φορά σαν του λεμούριου μέσα στα χαράματα από ένα απότομο «σκρρρρκσσσς» αποφάσισα να κάτσω με ψυχραιμία, χωρίς φόβο και χωρίς πάθος να τον ακούσω. Να αφήσω με ηρεμία μια φορά τις εικόνες που προκαλούσε, να περάσουν από μπροστά μου, να τον αφουγκραστώ με προσοχή, να τον αντιμετωπίσω στα μάτια σαν ίση προς ίσο. Άρχισα να καταλαβαίνω τον χαρακτήρα του. «Προέρχεται από ένα ανήσυχο ον, όχι άνθρωπο αλλά αρκετά βαρύ» ήταν η ετυμηγορία της νύχτας.
  Το πρωί που σηκώθηκα σαν το ελατήριο από το κρεβάτι στις 12.40 κατέβηκα να πετάξω τα σκουπίδια και τότε την είδα, κοιταχτήκαμε στα μάτια. Η Ασπιρίνη είναι ένα μεγαλόσωμο καφέ σκυλί, ράτσας δεν ξέρω αλλά από αυτά που μοιάζουν με μπουλντογκ που έχει κάνει μπότοξ ή κάτι τέτοιο. Αυτή και το «αφεντικό» της (με ενοχλεί αυτή η λέξη), μια πολύ καλή και χαρούμενη κοπέλα που φαίνεται να την αγαπάει πολύ, της είπε «Έλα Ασπιρίνη μπες στο ασανσέρ! Άσε με και μένα να μπω». Και μπήκαν στο ασανσέρ. Το οποίο έτυχε να μείνω και να παρατηρήσω που θα κατέληγε και ναι, κατέληξε έναν όροφο πάνω από μένα. Καθώς έβγαινα από την πολυκατοικία να πετάξω τα σκουπίδια, είδα τους πτεροδάκτυλους και τις νυχτερίδες να αποδημούν από το μπαλκόνι μου. 
   Το βράδυ όλα ξεκαθάρισαν. Η Ασπιρίνη, συνεπής στο νυχτερινό ακουστικό ραντεβού μας άρχισε να περπατάει στο απάνω πάτωμα. Η εικόνα ήταν σαφής πια στο μυαλό μου. Η Ασπιρίνη στο δωμάτιό της, ξάπλα στο παρκέ, βαριέται και αρχίζει να παίζει με τα παιχνίδια της. Τα σκυλίσια νύχια της που είναι φτιαγμένα για χωμάτινες εκτάσεις δεν πατάνε ευχάριστα στο ανθρώπινο έδαφος, παίρνει το πλαστικό της κόκκαλο και ασχολείται μαζί του, δημιουργεί σενάρια, σκοτώνει την ώρα της μέχρι ο ανθρώπος-προστάτης της να ξαναασχοληθεί μαζί της. Το δωμάτιο το φαντάζομαι πορτοκαλί με μωβ κουρτίνες. Ο θόρυβος μπήκε σε τάξη, έγινε ήχος και τώρα ίσως μπορέσω να κοιμηθώ. Αν όχι, τότε ίσως χρειαστεί κάποια στιγμή να βρω έναν τρόπο να μιλήσω στην «αφεντικίνα» (δεν μπορώ αυτή τη λέξη πάντως) της Ασπιρίνης. Ίσως και να της δώσω αυτό το κείμενο, ίσως έτσι καταλάβει.
   

Παλιότερα ποστς

Ελαφρώς πικρή και πιπεράτη

  Είμαι πάλι εδώ, στον προσωπικό μου ναό, την μικρή σοκολατερί. Ή μέρα σκοτεινή, όπως πρέπει κι ας μύρισαν οι πρώτοι λεμονανθοί. Ή σοκο...